Η ΤΕΡΗΔΟΝΑ ΜΕ ΑΠΛΑ ΛΟΓΙΑ

 

Δύο από τις πιο συχνές ερωτήσεις των οδοντιατρικών ασθενών είναι το αν έχουν τερηδόνα ή γιατί έχουν τερηδόνα, ενώ βουρτίζουν τα δόντια τους.

Για να απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα, θα πρέπει για αρχή να περιγράψουμε τι είναι η τερηδόνα.

Η τερηδόνα με απλά λόγια

 

Δύο από τις πιο συχνές ερωτήσεις των οδοντιατρικών ασθενών είναι το αν έχουν τερηδόνα ή γιατί έχουν τερηδόνα, ενώ βουρτίζουν τα δόντια τους.Για να απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα, θα πρέπει για αρχή να περιγράψουμε τι είναι η τερηδόνα.

 

Η τερηδόνα είναι νόσος μικροβιακής αιτιολογίας. Τα υπεύθυνα μικρόβια βρίσκονται φυσιολογικά στη στοματική κοιλότητα. Φανταστείτε μόνο ότι ένα υγιές στόμα έχει σε κάθε κυβικό χιλιστό 100-1000 μικροοργανισμούς το λιγότερο. Στην περίπτωση της τερηδόνας οι μικροοργανισμοί είναι πολλαπλάσιοι. Επομένως, υπάρχουν συνθήκες στο στοματικό περιβάλλον που ευνοούν τον πολλαπλασιασμό τους σε βαθμό που αυτοί γίνονται επιβλαβείς.

 

Ποιος είναι όμως ο μηχανισμός που επιτρέπει στους μικροοργανισμούς αυτούς να γίνονται επιβλαβείς; Κάθε φορά που τρώμε, οι μικροοργανισμοί αυτοί χρησιμοποιούν τους υδατάνθρακες και τα σάκχαρα των τροφών που καταναλώνουμε για να τραφούν. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται οξέα τα οποία αρχίζουν να διαβρώνουν τα δόντια. Η διάβρωση αυτή ονομάζεται απομεταλλικοποίηση και ουσιαστικά απελευθερώνονται μέταλλα από τα δόντια προς το σάλιο. Βέβαια το στόμα δεν στερείται αμυντικών μηχανισμών. Το σάλιο είναι η πρώτη άμυνα απέναντι στα οξέα αυτά. Μετά από σύντομο χρονικό διάστημα, το σάλιο καταφέρνει να εξισορροπήσει το χαμηλό ph που επικρατεί στο στόμα λόγω των οξέων, οπότε τα δόντια προσλαμβάνουν ξανά μεταλλικά στοιχεία (επαναμεταλλικοποίηση). Η δυναμική αυτή κατάσταση επιτρέπει στο στοματικό περιβάλλον να αμύνεται. Όταν όμως αυξάνεται κατά πολύ ο αριθμός των μικροβιών, το στόμα δεν μπορεί να αμυνθεί αποτελεσματικά και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την εκδήλωση της τερηδόνας.

 

Είναι χαρακτηριστικό ότι η έξαρση της τερηδόνας χρονολογείται από τον 19ο αιώνα και μετά λόγω της εκτεταμμένης εισαγωγής ζάχαρης, της εύκολης πρόσβασης σε αυτή λόγω χαμηλού κόστους όλων των κοινωνικών στρωμάτων και της χρήσης αυτής σε πολλά τρόφιμα καθημερινής κατανάλωσης. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε κρανία ανθρώπων, που χρονολογούνται πριν τον 19ο αιώνα, είναι ελάχιστα τα δόντια που παρουσιάζουν τερηδονικές βλάβες. Επομένως, η αλλαγή των διατροφικών μας συνηθειών έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση και εξέλιξη της νόσου. Η αλλαγή αυτή δεν ήρθε μόνο με την ευρεία χρήσης της ζάχαρης, αλλά και με την κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων. Όσο πιο μαλακά είναι τα τρόφιμα, τόσο πιο εύκολα επικάθονται στα δόντια και γίνεται πιο εύκολο στα μικρόβια να τα μεταβολίσουν. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων τροφών είναι τα κουλουράκια, τα μπισκότα, τα κρουασάν. Επίσης, επιβλαβή είναι και όλα τα ποτά, τα αναψυκτικά ακόμη και οι επεξεργασμένοι χυμοί, οι οποίοι περιέχουν μεγάλες ποσότητες ζάχαρης. Πως μπορούμε λοιπόν να αμυνθούμε σε όλα αυτά τα επεξεργασμένα τρόφιμα που μας κατακλύζουν; Θα έλεγε κανείς ότι η λύση είναι να κόψουμε τη ζάχαρη τελείως, όμως κάτι τέτοιο, πέραν του ότι είναι ακραίο, είναι και απίθανο, μιας και αυτή απαντάται σε πάρα πολλά τρόφιμα.

Υπάρχουν ωστόσο, μερικές τακτικές που μπορούμε να ακολουθήσουμε:

 

• Προτιμάμε τους φυσικούς χυμούς από τους συσκευασμένους

 

• Πίνουμε καφέ με γλυκαντικά ή στέβια. Αν θέλουμε να πίνουμε τον καφέ με ζάχαρη, καλό είναι να τον καταναλώνουμε σχετικά γρήγορα και να μην τον ‘γυροφέρνουμε’ πολλές ώρες, γιατί τροφοδοτούμε το στοματικό περιβάλλον συνέχεια με ζάχαρη και το σάλιο δε μπορεί να την καταπολεμήσει αποτελεσματικά. Το ίδιο ισχύει και για τα αναψυκτικά και τα ποτά.

 

• Πλένουμε τα δόντια σχετικά νωρίς μετά την κατανάλωση γλυκού. Αν δεν είναι εφικτό μπορούμε να μασήσουμε μια τσίχλα, ιδανικά ξυλιτόλης (που είναι αποδεδειγμένη ότι έχει ευεργετική επίδραση στα δόντια), ώστε να αυξήσουμε τη ροή του σάλιου στο στόμα.

 

• Τρώμε όσο το δυνατόν λιγότερα επεξεργασμένα τρόφιμα. (Ξέρετε ότι το ελαιόλαδο έχει αντισηπτικές και αντιμικροβιακές ιδιότητες; Προτιμήστε ελαιόλαδο στις σαλάτες, αντί για τα έτοιμα dressings, που περιέχουν σάκχαρα).

 

• Τέλος, το σημαντικότερο απ’ όλα είναι το πλύσιμο των δοντιών απαραίτητα το βράδυ πριν τον ύπνο, γιατί το βράδυ οι συνθήκες στο στόμα είναι τέτοιες που ευνοούν την ανάπτυξή τους, καθώς και ο τρόπος βουρτσίσματος. Ο οδοντίατρος θα πρέπει να εκπαιδεύσει τον ασθενή, ώστε ο τελευταίος να διώχνει αποτελεσματικά τα μικρόβια από τις επιφάνειες των δοντιών και να μην τα μεταφέρει από τη μια πλευρά του στόματος στην άλλη.

 

 

Αλεξάνδρα Γεωργονίκου
Χειρουργός Οδοντίατρος

ΠΟΤΕ ΕΝΑ ΔΟΝΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΣΦΡΑΓΙΣΜΑ

 

 

Μια από τις πιο συνηθισμένες πρακτικές της καθημερινής οδοντιατρικής είναι τα σφραγίσματα. Στις περισσότερες περιπτώσεις σχετίζονται με βλάβες τερηδονικές αιτιολογίας και πιο σπάνια με οδοντικά κατάγματα. Και στις δυο περιπτώσεις το σφράγισμα έχει σαν στόχο την αναπλήρωση του τμήματος του δοντιού, που έχει χαθεί. 

Πότε ένα δόντι χρειάζεται σφράγισμα

 

Μια από τις πιο συνηθισμένες πρακτικές της καθημερινής οδοντιατρικής είναι τα σφραγίσματα. Στις περισσότερες περιπτώσεις σχετίζονται με βλάβες τερηδονικές αιτιολογίας και πιο σπάνια με οδοντικά κατάγματα. Και στις δυο περιπτώσεις το σφράγισμα έχει σαν στόχο την αναπλήρωση του τμήματος του δοντιού, που έχει χαθεί.

 

Η τερηδόνα είναι νόσος μικροβιακής αιτιολογίας, η οποία αν μείνει ανεξέλεγκτη στο στόμα, οδηγεί σε απώλεια οδοντικών ιστών. Για να καταλάβουμε πως προκαλείται αυτή η απώλεια, πρέπει να αναφερθούμε στο μηχανισμό δράσης της τερηδόνας. Τα υπεύθυνα μικρόβια μεταβολίζουν τους υδατάνθρακες και τα σάκχαρα των τροφών διασπώντας τα σε οξέα. Τα οξέα αυτά με τη σειρά τους ρίχνουν το ph του στόματος και τα δόντια αρχίζουν να διαβρώνονται.

 

Η διάβρωση αυτή δε γίνεται ομοιόμορφα λόγω της δομικής ανατομίας του δοντιού. Τα δόντια εξωτερικά περιβάλλονται από ένα σκληρό ανόργανο περίβλημα με ελάχιστη περιεκτικότητα σε νερό που ονομάζεται αδαμαντίνη (το λεγόμενο σμάλτο), ενώ ο πυρήνας τους είναι οργανικός με υψηλή περιεκτικότητα σε νερό και ονομάζεται οδοντίνη. Λόγω αυτής της σύστασης, τα οξέα δε μπορούν να διασπάσουν εύκολα την αδαμαντίνη και ο ρυθμός διάσπασής της είναι αργός. Σχηματίζεται επομένως σιγά σιγά μια δίοδος προς τον πυρήνα του δοντιού. Όταν όμως η τερηδόνα φτάσει στον πυρήνα, η αλλοίωση αυξάνεται με εκθετικό ρυθμό λόγω της μαλακότερης σύστασης αυτού.  Ενώ στο σμάλτο η βλάβη είναι γραμμική, στον πυρήνα του δοντιού ανοίγει σα βεντάλια και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, όταν αλλοιωθεί ένα μεγάλο τμήμα του πυρήνα, να καταρρέει η αδαμαντίνη, γιατί δε μπορεί να συγκρατηθεί και δημιουργείται κοιλότητα. Συνεπώς, όταν σχηματιστεί κοιλότητα στο δόντι, η τερηδόνα έχει ήδη φτάσει στον πυρήνα του δοντιού.

 

Όταν λοιπόν έχει σχηματιστεί κοιλότητα, για να αποκαταστήσουμε το δόντι το σφραγίζουμε. Το σφράγισμα ωστόσο δεν είναι θεραπεία, αλλά αποκατάσταση των συμπτωμάτων της τερηδόνας και ένα μέτρο πρόληψης για να αποφευχθεί η περαιτέρω βλάβη στο δόντι. Αν η τερηδόνα μείνει ανεξέλεγκτη στο στόμα του ασθενή (κακή στοματική υγιεινή, λάθος τρόπος βουρτσίσματος, διατροφή με αυξημένο τερηδονικό κίνδυνο), το σφράγισμα θα αποτύχει μελλοντικά και το δόντι θα επανατερηδονιστεί. Αντίστοιχα, σε ένα οδοντικό κάταγμα, το οποίο δεν έχει επηρεάσει το νεύρο του δοντιού, το σφράγισμα αποκαθιστά την έλλειψη που δημιουργήθηκε. Τα σφραγίσματα σε αυτές τις περιπτώσεις αποκαλούνται και ανασυστάσεις.

 

Καλό θα ήταν εδώ να αναφέρουμε ότι οι αρχόμενες τερηδονικές βλάβες μπορούν πλέον να προληφθούν. Αυτό σημαίνει ότι δε χρειάζονται όλα τα δόντια που έχουν αρχίσει να τερηδονίζονται σφράγισμα. Όταν η βλάβη είναι σε πρώιμο στάδιο, βρίσκεται δηλαδή στην αδαμαντίνη, τότε σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να αναχαιτιστεί μόνο με τη χρήση προληπτικών μέτρων, όπως είναι η τοπική εφαρμογή φθορίου κ.α. Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με ακτινογραφικό έλεγχο του εκάστοτε δοντιού. Όταν όμως η βλάβη έχει φτάσει στον πυρήνα, τότε πρέπει να προβαίνουμε στην αποκατάσταση του δοντιού με έμφραξη, ακόμη και αν δεν έχει σχηματιστεί κοιλότητα. Γι’ αυτό καλό είναι να γίνεται ένας προληπτικός έλεγχος του στόματος του ασθενή ανά τακτά χρονικά διαστήματα (εξάμηνο η ετήσια, ανάλογα με τον τερηδονικό του κίνδυνο), ώστε να προλαμβάνονται τυχόν αρχόμενες βλάβες, μιας και η πρόληψη είναι πιο ανώδυνη από οποιαδήποτε οδοντιατρική αποκατάσταση και πιο οικονομική σε βάθος χρόνου.

 

 

Αλεξάνδρα Γεωργονίκου
Χειρουργός Οδοντίατρος

ΕΝΔΟΔΟΝΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ Ή ΑΛΛΙΩΣ ΑΠΟΝΕΥΡΩΣΗ

 

 

Η ενδοδοντική θεραπεία ή αλλιώς απονεύρωση είναι η θεραπεία του εσωτερικού οργάνου του δοντιού (του οργάνου δηλαδή που βρίσκεται ένδο του οδόντος), του πολφού.  Πρόκειται για έναν ιστό που απαρτίζεται από αγγεία, κύτταρα και  νεύρα και  οι ασθενείς αναφέρονται σε αυτόν ως  το νεύρο του δοντιού.

Ενδοδοντική θεραπεία ή αλλιώς απονεύρωση

 

Η ενδοδοντική θεραπεία ή αλλιώς απονεύρωση είναι η θεραπεία του εσωτερικού οργάνου του δοντιού (του οργάνου δηλαδή που βρίσκεται ένδο του οδόντος), του πολφού.  Πρόκειται για έναν ιστό που απαρτίζεται από αγγεία, κύτταρα και  νεύρα και  οι ασθενείς αναφέρονται σε αυτόν ως  το νεύρο του δοντιού.

 

Πότε όμως χρειάζεται ένα δόντι ενδοδοντική θεραπεία; Ένα δόντι χρειάζεται ενδοδοντική θεραπεία όταν τα μικρόβια φτάσουν στον πολφό και τον μολύνουν σε τέτοιο βαθμό, που δε μπορεί να ανταπεξέλθει της φλεγμονής και αρχίζει να νεκρώνεται και να παθαίνει σήψη ( σε ένα υγιές δόντι, ο πολφός είναι στείρος μικροβίων).  Συνεπώς, η ενδοδοντική θεραπεία στοχεύει στην αντιμετώπιση των μικροβίων και των προϊόντων που αυτά παράγουν (αέρια και πύον), ώστε να ανακουφιστεί ο ασθενής από τον πόνο και το δόντι να παραμείνει λειτουργικό στο στόμα.

 

 Αυτό επιτυγχάνεται με τον αποτελεσματικό καθαρισμό του συστήματος των ριζικών σωλήνων (είναι ο χώρος μέσα στις ρίζες του δοντιού στον οποίο βρίσκονται φυσιολογικά οι απολήξεις του πολφού).  Η διαδικασία που ακολουθείται είναι η εξής: αρχικά γίνεται προσπάθεια εντόπισης του άκρο της ρίζας, ώστε να προσδιοριστεί το μήκος αυτής και στη συνέχεια  διευρύνονται οι ριζικοί σωλήνες. Η διεύρυνση αυτή έχει διπλό στόχο: αφενός αφαιρούνται τοιχώματα του δοντιού τα οποία είναι μολυσμένα με μικρόβια και αφετέρου δημιουργείται χώρος για τα αντισηπτικά που χρησιμοποιούνται στη συνέχεια για απολύμανση.  Γίνονται δηλαδή πλύσεις των ριζικών σωλήνων με αντισηπτικά διαλύματα, τα οποία καταπολεμούν τον μικροβιακό παράγοντα. Ενδιάμεσα των ραντεβού τοποθετείται αντισηπτικό σε μορφή πάστας για περαιτέρω απολύμανση, έως ότου το δόντι θεραπευτεί.  Η ενδοδοντική θεραπεία ολοκληρώνεται με την ερμητική έμφραξη των ριζικών σωλήνων, ώστε να αποφευχθεί η επαναμόλυνση αυτών. Αυτονόητο είναι ότι αν υπάρχουν κενοί χώροι στο εμφρακτικό υλικό, τότε τα μικρόβια θα μπορέσουν να αποικήσουν ξανά το δόντι και να το μολύνουν εκ νέου.

 

Όπως γίνεται αντιληπτό, η ενδοδοντική θεραπεία είναι απαραίτητη για τη διατήρηση ενός μολυσμένου δοντιού στο στόμα. Δυστυχώς, οι ασθενείς αρκετά συχνά αγχώνονται στο άκουσμα της απονεύρωσης. Αυτό προκύπτει από το φόβο ότι η διαδικασία θα είναι επίπονη αφενός και ότι θα χάσουν το δόντι αφετέρου. Όσον αφορά το κομμάτι του πόνου, είναι αλήθεια ότι παλαιότερα οι διαδικασίες δεν ήταν πάντα ανώδυνες. Σήμερα όμως το δόντι δουλεύεται υπό τοπική αναισθησία καθ’ όλη τη διάρκεια της θεραπείας, ώστε ο ασθενής να μην ενοχλείται από αυτή. Μετά το πέρας του ραντεβού, καλύπτεται με παυσίπονη αγωγή. Είναι αναμενόμενο να υπάρχουν ενοχλήσεις στην περιοχή τις πρώτες 1-2 μέρες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι συμβαίνει πάντα. Υπάρχει και η πιθανότητα το δόντι να ηρεμήσει απευθείας και να μη χρειάζεται παυσίπονο ο ασθενής.

 

Τέλος, δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη η μελλοντική απώλεια του δοντιού. Ισχύει ότι τα ενδοδοντικά θεραπευμένα δόντια είναι πιο επιρρεπή στα κατάγματα σε σχέση  με τα μη θεραπευμένα, γιατί έχουν αφυδατωθεί. Το αν θα υποστεί ένα δόντι κάταγμα είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων (και όχι μόνο της απονεύρωσης), όπως το πόσο μεγάλη αλλοίωση υπήρχε, πόσος υγιής ιστός έμεινε εν τέλει μετά την αφαίρεση του τερηδονισμένου δοντιού, από το είδος της αποκατάστασης που έγινε μετά την ενδοδοντική θεραπεία, από το είδος του δοντιού, τη θέση του στο στόμα και το είδος των δυνάμεων που δέχεται κατά τη μάσηση  κ.α.

 

Σίγουρα, όσο πιο πολύ επεμβαίνουμε στα φυσικά δόντια, τόσο περισσότερο τα εξασθενούμε. Όμως, είναι προτιμότερο να προσπαθήσουμε να σώσουμε ένα δόντι, εάν αυτό είναι εφικτό, παρά να το θυσιάσουμε με ευκολία για κάποια προσθετική αποκατάσταση, γιατί και οι προσθετικές αποκαταστάσεις κάποια στιγμή θα αποτύχουν και θα χρειαστούν αντικατάσταση. Τίποτα δεν ανταποκρίνεται καλύτερα στο στόμα από τα ίδια μας τα δόντια. Συνεπώς, θεμιτό θα ήταν να τους αυξήσουμε το χρόνο ζωής όσο περισσότερο γίνεται.

 

Αλεξάνδρα Γεωργονίκου

Χειρουργός Οδοντίατρος, DDs